C r i t i c’s P o i n t
Ἰδανικὲς προσφορὲς ἀπὸ ΚΟΑ
ἐρήµην... ἀκροατῶν
Ἀρχιµουσικός: Λουκᾶς Καρυτινός. Σολίστ: Χριστίνα Παντελίδου, ἀγγλικὸ κόρνο,Κουµεντάκη, Βάσκς, καὶ Γιανάτσεκ.
5/2017.
τοῦ ΓΙΩΡΓΟΥ ΛΕΩΤΣΑΚΟΥ.
ΔΙΑΛΑΛΗΣΕΝ ΕΥΓΛΩΤΤΑ ὁ ὑπότιτλος τὴ µοναδικότητα τῆς προσφορᾶς―τὰ παραπέρα, πάρα κάτω.
Ὁ προβληµατισµὸς ἔγκειται πιὰ στὸ τὶ
ἀκριβῶς πρέπει νὰ θεωροῦµε φιλόµουσο Ἕλληνα, πέρα ἀπὸ τὴ µίνι-
µειοψηφία ἐγχώριων Κροίσων ποὺ προσέρχονταν στὸ Μέγαρο γιὰ νὰ
ἀκούσουν πανάκριβες ξένες ὀρχῆστρες περιοδεύουσες ἀνὰ τὸν πλανήτη
ἀναµασώντας εἴκοσι ἔργα τὸ πολὺ καὶ... γιὰ νὰ τὰ σπάσουν κατόπιν στὴν
παραλιακή: αὐτὰ ἀκριβῶς τὰ παλιόµουτρα ποὺ δὲ µᾶς ἄφησαν σταγόνα
σάλιο στὸ στόµα, πληρώνουµε σήµερα. ῞Οσο γιὰ τὸ λεγόµενο «µέσο
Ἕλληνα φιλόµουσο», ποὺ κι' αὐτὸς ἀκούει τὰ ἴδια καὶ τὰ ἴδια ― ὅτι
ἐθιστεῖ, πλὴν φυσικὰ πλείστων ἄλλων ποὺ µήτε κἂν ὑποψιάζεται, ἐνῶ
τώρα πιὰ τοῦ προσφέρει τὸ You Tube, µὴν τὸν εἴδατε. Ἄλλως δὲν
ἐξηγεῖται ἡ παρουσία τὸ πολύ-πολὺ 500 ἀκροατῶν σὲ µιὰ ἀπὸ τἰς
ὡραιότερες προσφορὲς τῆς ΚΟΑ πάσης ἐποχῆς.
Tὸ ζήτηµα, σοβαρότατο, ξεπερνᾶ κατὰ πολὺ τὶς διοικητικὲς καὶ
καλλιτεχνικὲς ἰκανότητες τοῦ οἰουδήποτε κορυφαίου (µὲ τὴν ἔννοια τοῦ
ἀνωτάτου δυνατοῦ) διευθυντοῦ τῆς καϋµενούλας τῆς ΚΟΑ. Ἀφορᾶ τὸ
προαιωνίως καὶ, φοβοῦµαι, εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων ΑΘΕΣΜΟ-ΘΕΤΗΤΟ ὅλης τῆς Ἔντεχνης Ἑλληνικῆς Μουσικῆς, ἀρχίζοντας ἀπὸ
τὴν παιδεία. Καὶ, φυσικά, 95% (ἔτσι γιὰ νὰ µὴ σᾶς παραµαυρίσουµε τὴ
ΙΔΑΝΙΚΕΣ ΠΡΟΣΦΟΡΕΣ-2-ΕΡΗΜΗΝ ΑΚΡΟΑΤΩΝ!
ψυχή) τῶν πολιτικῶν µας, συννηθέστατα ἐγωπαθέστατων µικροδιεκ-περαιωτῶν, ἀνίκανων νὰ συλλάβουν τὸ πολυσχιδὲς καὶ πολυδιάστατο τοῦ
ὅρου. Καθένας γιὰ πάρτη του, ὅσο ὑπάρχουν ἠλίθιοι (ἄλλο τίποτε...) ποὺ
τοὺς ψηφίζουν.
Μακάρι νὰ ἄκουγε τὸν Λουκᾶ Καρυτινό, ὁ µετριότατος γερµανα-ρᾶς «ἀρχιµουσικὸς» (τροµάρα του) τῆς πρηγούµενης συναυλίας, γιὰ νὰ
δεῖ τὶ σηµαίνει ἰδεώδης προσαρµογὴ τῆς δυναµικῆς µιᾶς ὀρχήστρας,
ποικίλλοντος ἀριθµοῦ ὀργάνων ἀπὸ ἔργου εἰς ἔργον, σὲ µίαν αἴθουσα.
Ἀµφιβάλλουµε ὅµως ἂν θὰ ἀφοµοίωνε κάτι ὁ (ἀν)εγκέφαλός του...
Περνοῦµε ὅµως στὸ ὡραιότατο πρόγραµµα ποὺ ἄρχιζε µὲ α´ ἐκτέλεση
ἑλληνικοῦ ἔργου.
1. ΚΟΥΜΕΝΤΑΚΗΣ, ΓΙΩΡΓΟΣ (γ. Ρέθυµνο, 1959): συµφωνικὴ
σουΐτα σὲ 3 µέρη, ἀπὸ τὴ µουσικὴ τῆς ὄπερας Ἡ Φόνισσα (πράξεις 2,
κείµ. Γιάννη Σβώλου, κατὰ τὸ παπαδιαµάντειο ἀριστούργηµε, παγκ. α´
ἐκτ. Αἴθ. Τριάντη, 19.11.2014). Τὴ Φόνισσα εἶδα δύο φορὲς καὶ ἡ διδα-
σκαλία µοῦ ἄφησε ἁδρότερες ὀπτικοσκηνικὲς, παρὰ ἠχητικὲς ἀναµνήσεις.
Ὅπως καὶ ἡ ὄπερα, (θὰ πεῖτε: προσδοκώµενα), ἡ σουΐτα, σὲ γενικὲς
γραµµὲς, ἀκολουθεῖ τὴν τόσο χαρακτηριστικὴ τοὺ Κουµεντάκη ἀναπρο-
σέγγιση τοῦ ἑλληνικοῦ φολκλόρ τὰ τελευταῖα χρόνια. Δὲ θυµόµουν διόλου
θεµατικὰ στοιχεῖα τῆς ὄπερας, ἄρα δὲν διανοοῦµαι κἂν συσχετισµό της µὲ
τὴ σουΐτα: ἡ ὁποία µὲ καταγοήτευσε ὅµως ἀπ' ἀρχῆς µέχρι τέλους, ὅσο
καὶ τὸ ἐµπνευσµένο ἀπὸ τὸ Νίκο Καζαντζάκη ἀριστούργηµα τοῦ
Κουµεντάκη Amor Fati (πρὸ τοῦ 2010). Στὸ µέρος Ι., συνάρπαζαν οἱ
ἔγκαιρες ἀλλαγὲς πυκνοτήτων ποὺ ὁδηγοῦσαν σὲ κινητικότατα κορυ-
φώµατα, παρὰ τὸ συνεχῶς ὑφέρπον «στατικὸ» ἰσοκράτηµα. Στὸ µέρος
ΙΙ. (ἀργότερο;) συγκρατήσµε ἕνα «τροπικό» (ἀγγλ. modal) κλίµα, ἕνα
εἶδος ὀστινάτο, πάνω στὸν ἀρχαιοελληνικὸ δώριο τρόπο. Στὸ µέρος ΙΙΙ.
ἐπανερχόταν ἕνα ὑπόγειο νεῦρο, µιὰ σφύζουσα κινητικότητα πέρα ἀπὸ
φαινοµενικὴ στατικότητα. Σκόρπια, συγκεκριµένα ὅµως θεµατικὰ σπα-
ράγµατα (σύντοµα σόλι ὄµποε; τροµπονιοῦ; κ.λπ.) ὁλοκλήρωναν τὴν
αἴσθηση µιᾶς ἄψογης µορφοπλασίας. Ἁµαρτία ἐξοµολογηµένη, µήτε κἂν
σκέφθηκα Φόνισσα καὶ Παπαδιαµάντη: ἄκουγα µιὰν ἄψογα ἐσκεµµένη,
ἀρχιτεκτονηµένη καὶ δουλεµένη µουσική, ἴσως ἀνώτερη τοῦ Amor Fati.
Μιὰ µουσικὴ ποὺ ἦρθε γιὰ νὰ µείνει, ἔτσι ὅπως τὴν ἀνέλυσε συναρπα-
ΙΔΑΝΙΚΕΣ ΠΡΟΣΦΟΡΕΣ-3-ΕΡΗΜΗΝ ΑΚΡΟΑΤΩΝ!
στικὰ στὶς συνιστῶσες της, ἀπέριττα ἀλλ' ἐξονυχιστικὰ ἡ παρ' ἡµὶν
σχεδὸν µοναδικὴ (τολµῶ τὴ µεγάλη λέξη) µπαγκέτα τοῦ Καρυτινοῦ.
2. ΒΑΣΚΣ, ΠΕΤΕΡΙΣ, Λεττονός, [Vasks, Pēteris, γ. Aizpute, 16
Ἀπρ. 1946]: Κοντσέρτο γιὰ ἀγγλικὸ κόρνο καὶ ὀρχήστρα (1989, 4 µέρη,
συνολικὴ διάρκεια: 21). Τὸ προσφιλέστερό µου, µαζὶ µὲ τὸ φλάουτο, ὅλων
τῶν πνευστῶν τῆς συµφωνικῆς ὀρχήστρας εἶναι τὸ ἀγγλικὸ κόρνο, τὸ πιὸ
κακοπαθηµένο ὅλων τῶν πνευστῶν τῆς ΚΟΑ. Ὁ τελευταῖος ἄξιος τοῦ
ὀνόµατος σολίστ του ἦταν ὁ Γεώργιος Γρηγορίου Εὐαγγελίδης (γ.
Σουὲζ 1890―Ἀθήνα, 1964), µὲ τὸν ὁποῖο ὡς τὴ συνταξιοδότησή του,
ἄκουγα ἀρκετὲς φορὲς τὸν Κύκνο τῆς Τουονέλα τοῦ Σιµπέλιους, τὸ
γνωστότερο κοµµάτι γιὰ τὸ ὄργανο σόλο. Ὅσο γιὰ ἐλάχιστους διαδόχους
του ἦσαν ἄξεστοι δεξιοτέχνες τοῦ φάλτσου. Τοὺς θυµοῦµαι καὶ συγχύ-
ζοµαι...Γιὰ πρώτη φορὰ µετὰ τὴν ἐκδηµία τοῦ Εὐαγγελίδη, ἐµφανίσθηκε
ὡς σολίστ µὲ τὴν ΚΟΑ, τὸ σηµερινὸ ἀγγλικό της κόρνο, Χριστίνα
Παντελίδου (δἰπλωµα ᾨδείου Ἀθηνῶν Ἰούν. 1997, σπουδές Βερολίνο
καὶ Παρίσι 1997-99).. Ἡ ἐµφάνιση ἀγγλικοῦ κόρνου στὸ σολιστικὸ
προσκήνιο παραµένει τόσο σπάνια, ὥστε χάθηκα στὸ Διαδίκτυο―στὸν
Κατάλογο Ἔργων γιὰ σόλο ἀγγλικὸ κόρνο καὶ ὀρχήστρα τῆς Βικιπαί-
δεια, συνολικὰ 215 ἢ 216 ἔργα ἰσαρίθµων συνθετῶν. Τἀ 10-12
ἀρχαιότερα, (καὶ ἐγὼ ἀγνοοῦσα ὀνόµατα συνθετῶν) χρονολογοῦνται ἀπὸ
τὸ 1780, 1785, 1790, 1801, 1806, 1810, 1811 (Αnton Reicha),
1816 (τὸ περίφηµο τοῦ Ντονιτζέττι, 2 µέρη), 1830, 1835, ἀλλὰ ὁ
Κατάλογος σταµατᾶ στὸ ἔτος 2009 ― ὅλο καὶ κάτι θὰ γράφτηκε κατὰ
τὴ µεσολαβήσασα 8ετία. Ἀπὸ τοὺς 215 ἢ 216 γνώριζα (κατὰ ἐπώνυµα,
ἀλφαβητικά) τούς: Henk Badings, Arnold Bax, Elliott Carter Jr.,
Emmanuel Chabrier (ἕνα Λαµέντο!), Joseph Jongen, Marek
Kopelent, Bruno Maderna, Krzysztof Penderecki (ἕνα Αdagietto ἀπὸ
τὸν Ἀπωλεσθέντα Παράδεισο , ὄπερα, 1975-78, κατὰ τὸν Τζὼν Μίλτον),
Vincent Persichetti, Astor Piazzolla, Walter Piston Jr., Ned Rorem,
Jean Sibelius, Ermanno Wolf-Ferrari. Φυσικά παθαίνεις κατάθλιψη
συνειδητοποιώντας ὅτι ἀπο ἕνα κατάλογο 215 συνθετῶν 2½ αἰώνων,
γνωρίζεις µόνον...16. Ἆ, ὁ Κατάλογος περιλαµβάνει καὶ τρεῖς Ἕλληνες:
τοὺς Ντίνο Κωνσταντινίδη (γ. 1929), Δηµήτριο Λεβίδη (1886-1951)
καὶ Ἀλέξανδρο Μούζα (γ. 1962): τὰ ἔργα τους ὑποθέτουµε ὅτι γνωρίζει
ἡ Κα Παντελίδου. Ὀφείλει τοὐλάχιστον.
ΙΔΑΝΙΚΕΣ ΠΡΟΣΦΟΡΕΣ-4-ΕΡΗΜΗΝ ΑΚΡΟΑΤΩΝ!
Γιὰ νὰ ἐκτιµήσεις ἐπαρκῶς ἕνα συνθέτη, ἀπαραίτητο εἶναι νὰ
γνωρίζεις τοὐλάχιστον 4-5 ἔργα του. Ὁ κ. Βάσκς, ἀπὸ ὅ,τι διαβάσαµε,
µεσουρανεῖ ἐν Λεττονίᾳ. Μέρος α´. «Ἐλεγεία Ι.» Ἀρχίζει µὲ ἕνα τσίου-
τσίου φλαουτόφωνων (φλάουτο+πίκκολο;) ψηλά, ἕπεται ἕνα τονικὸ καὶ
ρυθµικὸ κορύφωµα, πάνω σὲ µελῳδικὲς ἀλληλουχίες ποὺ δὲν ἀποκτοῦσαν
σκέψη, συναίσθηµα καὶ ὑπόσταση. Μέρος β´. «Παραδοσιακὴ µουσική»: ἡ
συµβατικότητα τοῦ φολκλόρ χώρας µικρῆς, στὴν ὁποία µᾶλλον ἀνέπεµπε,
παρὰ τὸ γοργὸ τέµπο, δὲν συγκεκριµενοποίησε κάτι ἀπὸ τὴ λαϊκὴ Λετ-
τονία. Ἀκολούθησε µιὰ πάντως εὐήκοη καντέντσα. Μέρος γ´. «Ἐλεγεία
ΙΙ.» Ἄχρους, ἄοσµος καὶ ἄγευστος: ἀλίµονο ἂν οἱ κατασκευαστὲς χαρτιοῦ
µουσικῆς περίµεναν ἀπὸ τὶς µεγαλοφυΐες γιὰ νὰ ζήσουν. Μέρος δ´.
«Ποστλούδιο». Οὔτε ἀτονικὸ, ἀλλ' οὔτε καὶ τονικό, µᾶλλον διατονικὰ
ἰσοκρατηµατικό; Δὲν ὀρκίζοµαι. Γενικά, τὸ ἔργο ἀλλὰ καὶ τὴν ἑρµηνεία
του συνοψίζει ὁ τίτλος τῶν οἰονεὶ ἀποµνηµονευµάτων τοῦ Νταριούς
Μιγιώ [Darius Milhaud, 1892-1974): Notes sans musique, ἔκδ.
1949, δηλαδή: Νότες δίχως µουσική. 1 Kοντολογίς, ἕνα ἔργο ὅπου κάθε
φθόγγος διαγράφει ἀπὸ τὴ µνήµη τὸν προηγηθέντα..
3. ΓΙΑΝΑΤΣΕΚ, ΛΕΟΣ, Tσέχος, [Janáček, Leoš, 1854-1928]:
Τάρας Μπούλµπα, κατὰ τὸ συνθέτη ραψῳδία, 3 µέρη, (Θάνατος τοῦ
Ἀντρέϊ. Θάνατος τοῦ Ὀστάπ, Προφητεία καὶ Θάνατος τοῦ Τάρας
Μπούλµπα), πάνω στὸ ὁµώνυµο µυθιστόρηµα τοῦ Νικολάϊ Γκόγκολ
(ρωσ. Тара́с Бу́льба, ἔκδ. 1835). Tὸ Γιανάτσεκ, πρωτογνώρισα περὶ τὸ
1960, εἰσδύοντας στὴν τότε Τσεχοσλοβακία, ὅπου σχεδὸν ὅλο τὸ ἔργο του
κυκλοφοροῦσε ἤδη σὲ δίσκους Supraphon, µὲ ἄθλια ἐξώφυλλα. Παρα-
δόθηκα ὁλόψυχα στὴ µαγεία τῆς ἑρµηνείας τοῦ Καρυτινοῦ, ὅπου ἀνέδειξε
τὸν πηγαῖο ψυχισµό, τὴ λακωνικότητα καὶ τὰ κοσµοκαταλυτικὰ δραµα-
τικὰ κορυφώµατα τριῶν µερῶν καταληγόντων στὸ θάνατο καὶ ξεκλή-
ρισµα µιᾶς οἰκογένειας ἡρώων Οὐκρανῶν. Σωστὴ ὕψωση µουσικῶν
Τιµίων Δώρων (Αἴθουσα ΧΔΛ. 10 Φεβρ. 2017)
――――――――――――
1 Ἡ λέξη note, ἔχει στὰ γαλλικὰ διπλῆ σηµασία: φθόγγος µουσικῆς καὶ
σηµείωση. Ἀµίµητο double-sens. Ἐδῶ χρησιµοποιοῦµε φυσικά τὴν πρώτη
τῶν δύο σηµασιῶν.